Κοινωνικό-οικονομική Κατάσταση

2. Κοινωνικό-οικονομική Κατάσταση

Η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας έχει μόνιμο πληθυσμό 282.120 (απογραφή 2011) κατοίκων με το μεγαλύτερο ποσοστό του να συγκεντρώνεται στην Π.Ε. Κοζάνης.

Κατά το έτος 2011, ο μέσος αριθμός των ανέργων έφτασε το 22,84% (16.208 άτομα), εκ των οποίων το 60,05% είναι άνδρες και το 39,95% γυναίκες.

Το γεγονός αυτό είχε άμεσες συνέπειες στη δημογραφία της περιοχής καθώς κατά την περίοδο 2001 και 2011 ο πληθυσμός της περιοχής παρέμβασης μειώθηκε κατά 5.973,00 άτομα, η πλειονότητα των οποίων ήταν άτομα νεαρής ηλικίας που μετακινήθηκαν προς αστικά κέντρα ή το εξωτερικό αναζητώντας εργασία.

Η μετακίνηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού και τη «γήρανση» του πληθυσμού της περιοχής.

Οι περισσότεροι εργαζόμενοι στην περιοχή παρέμβασης απασχολούνται στο τριτογενή τομέα και ακολουθούν με σημαντική διαφορά οι εργαζόμενοι στο δευτερογενή και πρωτογενή τομέα.

Ο πρωτογενής τομέας είναι αυτός που υποφέρει περισσότερο από την κρίση, καθώς σημείωσε τη μεγαλύτερη μείωση στον αριθμό των απασχολούμενων, με το δευτερογενή τομέα να ακολουθεί με σημαντική διαφορά.

Σήμερα, ο πρωτογενής τομέας, αν και έχει διαχρονικά υποστεί σημαντική συρρίκνωση, έχει τη δυνατότητα εκμετάλλευσης των αναξιοποίητων αποθεμάτων, τόσο φυσικών όσο και ανθρώπινων πόρων.

Μέσω αύξησης της παραγωγής, τυποποίησης και εμπορίας γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων ποιότητας και ιδιαίτερης τοπικής σημασίας, δύναται να αυξήσει τη συμμετοχή του στο ΑΕΠ της Περιφέρειας και να συμβάλλει στη βελτίωση της διατροφικής επάρκειας, στη μείωση του εμπορικού ελλείμματος και στην αύξηση της απασχόλησης, τόσο σε περιφερειακό όσο και σε εθνικό επίπεδο.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σημαντική αλλαγή στην κατεύθυνση και στη διάρθρωση της παραγωγής.

Οι κυρίαρχοι αλλά προβληματικοί κλάδοι δίνουν τη θέση τους στην παραγωγή τοπικών ποιοτικών προϊόντων, ενώ παράλληλα εμφανίζονται και νέοι κλάδοι παραγωγής με προοπτική.

Σ’ αυτό βοηθούν και μία σειρά έργων υποδομής που έχουν εκτελεστεί ή βρίσκονται στη φάση υλοποίησης. Παράλληλα η πρόσφατη ανάπτυξη στην περιοχή οικονομικών δραστηριοτήτων παραγωγής, τυποποίησης και εμπορίας αγαθών ποιότητας και ιδιαίτερης τοπικής σημασίας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα κρασιά του Αμυνταίου, μπορεί να στηρίξει τον διαρκώς φθίνοντα πρωτογενή τομέα, στα πλαίσια της παραγωγής ποιοτικών, πιστοποιημένων και βιολογικών γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων.

Ο τριτογενής τομέας χαρακτηρίζεται από μία αισθητή μείωση του εμπορίου λόγω της οικονομικής κρίσης. Οι προσπάθειες για τουριστική ανάπτυξη εστιάστηκαν κυρίως στον ορεινό και χειμερινό τουρισμό στα χιονοδρομικά κέντρα της περιοχής ενώ ο οικολογικός τουρισμός σε παραλίμνιες εκτάσεις αναπτύχθηκε σχεδόν αποκλειστικά στην περιοχή των Πρεσπών.

Ταυτόχρονα υλοποιούνται στο επίπεδο της προβολής της πολιτιστικής κληρονομιάς, δράσεις προστασίας – ανάδειξης μνημείων (κυρίως βυζαντινών) και αρχαιολογικών χώρων καθώς επίσης δημιουργίας νέων μουσειακών υποδομών και πολιτιστικών κέντρων.

Στο πλαίσιο των παρεμβάσεων που διαχρονικά υλοποιήθηκαν μέσω των LEADER, ιδρύθηκαν κάποιες σύγχρονες επιχειρήσεις στον τομέα της εστίασης και των τουριστικών δραστηριοτήτων που μπορούν να εξυπηρετήσουν τη διαμόρφωση του τουριστικού προϊόντος της περιφέρειας.

Ο εκσυγχρονισμός των παραγωγικών δραστηριοτήτων και η διασύνδεση των παραγωγικών κλάδων σε συνδυασμό με την ανάδειξη της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς και παράλληλα την ολοκληρωμένη προβολή τους, εκτιμάται ότι μπορεί να ενισχύσει την τοπική επιχειρηματικότητα και να συμβάλει στη βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχή με θετικό αντίκτυπο στην τοπική οικονομία και την ποιότητα ζωής των πολιτών.

2.1 Αναπτυξιακά Χαρακτηριστικά

 

Το Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Μακεδονίας ανήκει στο βορειοδυτικό μέρος της Ελλάδας και είναι κατεξοχήν ορεινό με δριμύ ηπειρωτικό κλίμα.

Συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής είναι οι φυσικοί πλουτοπαραγωγικοί της πόροι και οι εξειδικευμένες γνώσεις και δεξιότητες του πληθυσμού της.

Οι σημαντικότεροι πόροι του διαμερίσματος, δηλαδή το πλούσιο υπέδαφος, τα υπόγεια υδατικά αποθέματα, οι δασικές εκτάσεις και οι βοσκότοποι, είναι άνισα κατανεμημένοι με αποτέλεσμα τις διαφορετικές παραγωγικές δυνατότητες και τη διαφορετική οικονομική ανάπτυξη κάθε περιοχής.

Ο Νομός Κοζάνης διαθέτει το 70% των αποθεμάτων λιγνίτη της χώρας, όπως και χρωμίτες, μαγγάνιο, αμίαντο, δολομίτες και μάρμαρα.

Πλούσιο υπέδαφος έχει επίσης ο Νομός Φλώρινας, ενώ ο Νομός Γρεβενών είναι αγροτικός με εξειδίκευση στην κτηνοτροφία. Ο Νομός Καστοριάς είναι ορεινός και ημιορεινός σε ποσοστό 90%, με δάση που καλύπτουν το 35% της έκτασής του και αξιόλογο υδατικό δυναμικό (ποτάμια, λίμνες).

Στο διαμέρισμα βρίσκονται, εκτός από αξιόλογους φυσικούς τουριστικούς πόρους (υγρότοποι, αλπικά τοπία, δάση κλπ.) και σημαντικά μνημεία ελληνιστικής εποχής, μερικές από τις σημαντικότερες πόλεις με αρχιτεκτονικές ιδιαιτερότητες, καθώς και βυζαντινά μνημεία μεγάλης αξίας.

Όλα αυτά έχουν ελάχιστα αξιοποιηθεί τουριστικά λόγω της δυσκολίας πρόσβασης.

Στην περιοχή έχει κατά παράδοση αναπτυχθεί ο πρωτογενής τομέας (γεωργία, κτηνοτροφία).

Η ενεργειακή αξιοποίηση κοιτασμάτων λιγνίτη, η λειτουργία των υδροηλεκτρικών εργοστασίων στον Αλιάκμονα και η επεξεργασία της γούνας της Καστοριάς, που επεκτάθηκε και σε άλλα σημεία της περιοχής, συντέλεσαν στην ανάπτυξη του δευτερογενούς τομέα, με φθίνουσες όμως τάσεις στην απασχόληση (η ανεργία είναι από τις υψηλότερες της χώρας).

Τα κυριότερα προβλήματα στον πρωτογενή τομέα είναι το χαμηλό επίπεδο των αρδεύσεων, παρά το πλούσιο υδατικό δυναμικό που διαθέτει η περιοχή, και οι δυσκολίες σύνδεσής της με τις δυτικοευρωπαΐκές αγορές για τις εξαγωγές φρούτων, τα οποία συγκεντρώνονται και συσκευάζονται εκεί.

Επίσης, η υποβάθμιση των βοσκοτόπων, η οποία σε συνδυασμό με τα γενικότερα προβλήματα της κτηνοτροφίας δημιουργεί τάσεις μείωσης του ζωικού κεφαλαίου στην αιγοπροβατοτροφία και την οικόσιτη βοοτροφία.

Η βοοτροφία επιχειρηματικής μορφής (σταβλισμένη) είναι αναπτυγμένη στο Νομό Φλώρινας. Καλές προοπτικές ανάπτυξης έχει η αλιεία εσωτερικών υδάτων, καθώς και η εκτροφή γουνοφόρων ζώων, ενώ μέριμνα πρέπει να δοθεί στην καλλιέργεια του κρόκου, που είναι εξαγώγιμο προϊόν.

Ο δευτερογενής τομέας, εκτός του ότι αφορά περιορισμένες περιοχές, παρουσιάζει προβλήματα υποαπασχόλησης και περιβαλλοντικά.

Το περιβάλλον έχει υποστεί κρίσιμες αλλοιώσεις, με βασικό υπεύθυνο τη θερμοηλεκτρική παραγωγή με χρήση του τοπικού λιγνίτη.

Η περιβαλλοντική επιβάρυνση στις περιοχές των λιγνιτωρυχείων έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όρια ασφάλειας για την υγεία του πληθυσμού. Από τον τριτογενή τομέα, τάσεις ανάπτυξης παρουσιάζει ο τουρισμός, κυρίως ο χειμερινός, παρά τα προβλήματα του τομέα μεταφορών.

Οι αναπτυξιακές επιλογές για το διαμέρισμα περιλαμβάνουν τη μείωση του βαθμού εξάρτησης της οικονομικής ανάπτυξης από δύο συγκεκριμένους κλάδους (παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και γουνοποιία), την άμβλυνση των ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων και τη σταδιακή αποκατάσταση των διασυνδέσεων με τις δυτικοευρωπαϊκές αγορές, αλλά και τις βαλκανικές χώρες, όπως και με τα μεγάλα αστικά κέντρα της Βόρειας Ελλάδας και της λοιπής χώρας.

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι αναμενόμενες εξελίξεις στην ανάπτυξη του διαμερίσματος θα επηρεαστούν από τη δημογραφική πορεία του, που παρουσιάζει φθίνουσες τάσεις.

Έμφαση δίνεται στην πολιτική προστασίας και αποκατάστασης του περιβάλλοντος, καθώς και στην προστασία των παραγωγικών πόρων από υπερβολική εκμετάλλευση στις βιομηχανικές ζώνες της περιοχής.

Ειδικότερα, στο διαμέρισμα Δυτικής Μακεδονίας έμφαση θα δοθεί στην αύξηση της προστιθέμενης αξίας του τομέα της ενέργειας, ενώ εξαιρετικής σημασίας θεωρείται και η δημιουργία μόνιμης δομής Περιφερειακού Πόλου Καινοτομίας για την Ενέργεια.

Τέλος, έσει επιδιωχθεί η ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων με την παράλληλη υιοθέτηση καινοτόμων τεχνολογιών αξιοποίησης και επανάχρησής τους, η διαχείριση των στερεών και επικίνδυνων αποβλήτων, καθώς και η αποκατάσταση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού και ακουστικού περιβάλλοντος.

Οι πόλεις Κοζάνη και Πτολεμαΐδα αντιμετωπίζονται από κοινού ως πόλος ανάπτυξης και ενεργειακό κέντρο της χώρας (ΕΣΠΑ 2007-2013).

Το διάστημα αυτό βρίσκονται σε φάση μετασχηματισμού του παραγωγικού τους προτύπου, όπου ειδικά στον τομέα της ενέργειας προσανατολίζονται προς διαφοροποίηση των πηγών παραγωγής της. Η ολοκλήρωση της Εγνατίας, καθώς και των δύο κάθετων αξόνων (Κρυσταλλοπηγή- Καστοριά-Γρεβενά και Νίκη-Κοζάνη) έχει συμβάλει σημαντικά στην άρση της απομόνωσης της περιοχής.